Αποχαιρετισμός στον Αναστάσιο Ιακ. Ναυπλιώτη…

Newsroom
10/07/2020 21:53
 
 
 

 

*Του Βασίλη Φραγκουλόπουλου

«Στ΄ακρόχειλα της ακτογραμμής
στα σύνορα της μεγάλης φυγής
όρθιος, ασάλευτος περιμένω
τη μεγάλη στιγμή της απόδρασης».

«Νέκυιαι ωδαί» (2013), Μανώλης Γλέζος

Αργά γνώρισα εκ του σύνεγγυς τον κύριο (η προσφώνηση δεν χρησιμοποιείται τυχαία) Τάσο Ναυπλιώτη, τον οποίο προπέμπουμε σήμερα στην ύστατη κατοικία του. Αργά, γιατί δεν είχα την τύχη να τον έχω καθηγητή, αφού μετά το δημοτικό σχολείο ακολούθησα τη μετοίκηση της οικογένειάς μου από την Κωμιακή στην Αθήνα. Είχα όμως την εξαιρετική ευκαιρία και τύχη να διαλέγομαι μαζί του ατέλειωτες ώρες κατά τα τελευταία έτη που μένω περισσότερο από παλαιότερα στη Νάξο. Εδώ, δίπλα στη Μητρόπολη, στο γραφείο του σπιτιού του-αλλά και στην παραλία, την ώρα του πρωϊνού καφέ μέχρι σχεδόν το 2018-, έχουμε θίξει πολλά θέματα κοινού ενδιαφέροντος: τη δική του αιωνόβια πορεία, τις εμπειρίες και τα βιώματά του, τις συνθήκες ζωής σε μια νησιωτική πόλη από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, σε ένα αστικό περιβάλλον μικρής κλίμακας που προσιδίαζε με κωμόπολη, , τις φάσεις ανάπτυξής της, τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν, τους απλούς ανθρώπους που συναναστράφηκε και αντλούσε από το αρτεσιανό φρέαρ της βιοτής τους ζων ύδωρ, πολύτιμες πληροφορίες που άρδευαν το συγγραφικό του έργο.

Δεν έχανα την ευκαιρία, όποτε διάβαινα έξω από το σπίτι του, απογεύματα συνήθως, να εισέρχομαι απρόσκλητος, αλλά πάντα καλοδεχούμενος, να κουβεντιάζω μαζί του και να τον παρασέρνω σε συζητήσεις που εμπλούτιζαν τα ενδιαφέροντά μου, να τον προκαλώ να θυμηθεί «ξανά φεγγάρια μακρινά», που λέει ο Νίκος Γκάτσος. Ευεργετήθηκα τα μάλα από αυτές τις συναντήσεις και τον ευχαριστώ από βάθους καρδίας. Έχω, λοιπόν, σχηματίσει, νομίζω, σχεδόν πλήρη εικόνα της προσωπικότητας που κατευοδώνουμε σήμερα.

Ο κύριος Τάσος δεν ήταν μόνον ο δεινός κλασικός φιλόλογος που δίδαξε, ενέπνευσε, εμψύχωσε, ώθησε και έθεσε θεμέλια για την εξέλιξη σπουδαίων Ναξίων επιστημόνων. Δεν ήταν μόνον ο ιστορικός που κατέγραψε σημαντικά στοιχεία της σύγχρονης ιστορίας του νησιού μας (της ηλικιώτιδος ιστορίας, όπως γράφει στο βιβλίο του για την Απελευθέρωση της Νάξου), ιστορίας γεγονότων που βίωσε και συνδιαμόρφωσε από τη θέση του και με τον τρόπο του. Δεν ήταν μόνο η ανάλυση και ερμηνεία τους, στο πλαίσιο της ιστορίας των ιδεών του τόπου μας. Δεν ήταν μόνο η πνευματική και πολιτιστική παρουσία του. Ήταν ο τροφοδότης λογαριασμός ποικίλων στοιχείων και τεκμηρίων που βοήθησαν νέους ερευνητές για περαιτέρω μελέτες. Ο ξενιστής πληροφοριών και μιας πνευματικής παρακαταθήκης που κληρονομικά κατείχε και μετέφερε από γενιά σε γενιά. Με ισχυρή μνήμη, διεισδυτική ματιά, περίτεχνο και ουσιώδη λόγο, κατάφερνε να συνεπαίρνει τον συνομιλητή του, ο οποίος, με κατάλληλα μαιευτικά ερωτήματα, μπορούσε να φύγει από τη συνάντηση πλουσιότερος σε ιδέες, σκέψεις και προβληματισμούς. Μειλίχιος, ανοιχτόκαρδος, γενναιόδωρος, ευγενής, με οξύ και διαυγή νου, με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ, με αφηγηματικές αρετές, πολύγλωσσος, ευγενής, λεβέντης την όψιν, με ήθος και αρχοντιά, στοιχεία που απέπνεαν από κάθε κύτταρο της ύπαρξής του. Ένας αληθώς ευπατρίδης. Ένας καθηγητής, που τιμούσε το λειτούργημά του. Ένας άνθρωπος με ευρύτατη παιδεία και καλλιέργεια. Ένα εκλεκτό μέλος της κοινωνίας μας, της κοινότητας του πνεύματος και του πολιτισμού της.

Εδώ στη Νάξο τέλειωσε το Γυμνάσιο. Εδώ δίδαξε στην Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλινών. Δίδαξε επίσης σε δημόσια Γυμνάσια και Λύκεια της Νάξου, της Πάρου, της Αμοργού, της Σύρου, της Αθήνας. Ανήλθε όλες τις βαθμίδες της καθηγητικής ιεραρχίας και ενέπνεε το σεβασμό των ομοτέχνων του, αλλά και της ναξιακής κοινωνίας. Βέρος Χωραϊτης, δεν έπαψε, όμως, να έχει επαφές, και λόγω της ιδιότητάς του, με ανθρώπους άλλων χωριών, γνωρίζοντας άριστα την ανθρωπογεωγραφία του τόπου μας, τους ανθρωπότυπους, τα προτερήματα και ελαττώματα των κατοίκων κάθε οικισμού, ως συλλογικού μορφώματος.

Ο παππούς του Αναστάσιος Ιακ. Ναυπλιώτης, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ήταν Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητρόπολης Παροναξίας και διετέλεσε εφημέριος του μητροπολιτικού ναού Νάξου και του ιερού ναού Αγίου Βουκόλου Σμύρνης, ενώ ο πατέρας του ήταν Σχολάρχης.
Το συγγραφικό του έργο, που εκδηλώθηκε σχετικά αργά, καταγράφεται σε τρία αξιόλογα βιβλία, τα εξής: «Η λατρεία της Ζωοδόχου Πηγής και το ιερόν ύδωρ» (1997), «Η μάχη και απελευθέρωση της Νάξου, 13-15 Οκτωβρίου 1944» (2004)-σημειωτέον ότι έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση σε νεαρή ηλικία-, και «Μικρασιάτες Έλληνες πρόσφυγες στη Νάξο» (2008), ένα βιβλίο 478 σελίδων, που αποτελεί το magnum opus του, με σπάνια τεκμήρια, προσωπικές μαρτυρίες, καταγραφές πτυχών της ζωής, χάρτες και φωτογραφίες από τους πρόσφυγες του μικρασιατικού δράματος που κατέφυγαν στη Νάξο. «Οι ιστορικές μνήμες- όπως γράφει επιλογικά-, είναι σαν τις ρίζες των δένδρων που ξεπετούν βλαστούς και ξαναγίνονται δένδρα, όταν συμβεί οι θύελλες να έχουν σπάσει τα κλαδιά και τον κορμό τους».
Έχει επίσης ολοκληρώσει ένα βιβλίο για τη Νάξο του Μεσοπολέμου και δεν ευτύχησε να το δει τυπωμένο. Σε αυτό το βιβλίο, που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς, όπως και τα προηγούμενα, δεδομένης της σχετικής βιβλιογραφικής λειψυδρίας για το νησί μας, αποτυπώνεται περισσότερο η βιωματική σχέση του συγγραφέα, αλλά και η ερευνητική του δεινότητα για μια πολυσυζητημένη, συμβατικά προσδιοριζόμενη, ιστορική εποχή.

Δεν πρέπει κανείς να παραβλέψει ή να υποτιμήσει την αρθρογραφία του σε τοπικά έντυπα (εφημερίδες, περιοδικά)-προχείρως απαριθμώ το Ναξιακό Μέλλον, τη Ναξιακή Πρόοδο, Τα Kυκλαδικά Θέματα, τον Χωραΐτη, την Κυκλαδική, το Ναξιακό Παρόν-, άρθρα, μελέτες ή παρεμβάσεις για ιστορικοφιλολογικά θέματα που πρέπει να συναχθούν και να εκδοθούν σε αυτοτελές βιβλίο.

Ο κύριος Τάσος ήρεμα και διακριτικά απήλθε, «γήραι ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον» (σε βαθιά, καλά γεράματα), Ομ. Οδ., λ, 136. Ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά, κατά το εκκλησιαστικό κείμενο.
Ξεπροβοδίζοντας τον κύριο καθηγητή δεν μπορώ να παραβλέψω τη Μιρέλλα, τη γυναίκα που στάθηκε στο πλευρό του με τη δική της δυναμική και ευαίσθητη προσωπικότητα, την ποιητική και πολιτιστική προσφορά. Δεν μπορώ να παραλείψω τα δύο άξια παιδιά τους, τον Ιάκωβο και την Πανδώρα-Στυλιανή, τα δύο εγγόνια και τα δύο δισέγγονά τους. Τους συλλυπούμαι και τους εύχομαι να ζουν και να θυμούνται τη γλυκιά και καλοσυνάτη όψη και παρουσία ενός ανθρώπου που τίμησε το λειτούργημά του, διακόνησε το πνεύμα και τον πολιτισμό και δίδαξε ήθος και αξιοπρέπεια. Έτσι ο «μνησιπήμων πόνος» του Αισχύλου θα απαλύνεται.

Τώρα που η λέμβος του Χάρωνα απομακρύνεται, η Νάξος τον αποχαιρετά μέσα σε μια περίεργη και πρωτόφαντη υγειονομική και οικονομική συγκυρία. Και η αγαπημένη του γειτόνισσα Γρόττα σήμερα είναι ιδιαίτερα ανταριασμένη, λες και εκφράζει με τη γλώσσα και τον τρόπο της την ταραχή και την οδύνη της.

Καλό κατευόδιο, αγαπητέ κύριε καθηγητά.
Αιωνία η μνήμη σου!

Νάξος, 10/7/2020

Βασίλης Φραγκουλόπουλος

(Visited 389 times, 1 visits today)

Leave a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*